…Η αναφορά της εικονοκλαστικής θέσης παραπέμπει κυρίως στη χρήση των εικόνων ως μέσα ύψωσης της ψυχής. Και εδώ ισχύει ο ίδιος κανόνας. Υπάρχουν εκείνοι, η πλειοψηφία, που για να βιώσουν την ενατένιση χρειάζονται τέτοια μέσα, και άλλοι, η μειοψηφία, στους οποίους η θέαση του Θεού είναι άμεση. Για τους τελευταίους, η πίστη στον Θεό μέσω λεκτικών ή οπτικών μορφών είναι στην ουσία το ίδιο με τη λήθη του Θεού. Δεν μπορούμε να κάνουμε έναν νόμο που να ισχύει και στις δύο περιπτώσεις. Ο κατά σύστημα εικονοκλάστης έχει αυτήν τη στάση είτε γιατί δεν κατανοεί την φύση των εικόνων και των ιεροτελεστιών, είτε γιατί δεν εμπιστεύεται τον τρόπο που την κατανοούν εκείνοι που ασπάζονται την εικονολατρεία και τηρούν τις ιεροτελεστίες. Όταν χαρακτηρίζουμε κάποιον ειδωλολάτρη ή δεισιδαίμονα, τότε επιβεβαιώνουμε τη δική μας ανωτερότητα. Ειδωλολατρία είναι η εσφαλμένη χρήση των συμβόλων, ένας ορισμός που δεν απαιτεί περαιτέρω διευκρινήσεις. Η παραδοσιακή άποψη δεν έχει τίποτα να προσάψει στη χρήση των συμβόλων και των ιεροτελεστιών· Ωστόσο και ο πλέον ορθόδοξος μπορεί να έχει κάτι να πει ενάντια στην κακή χρήση τους. Πρέπει ίσως να δώσουμε έμφαση στο γεγονός ότι ο κίνδυνος της χρήσης λεκτικών στερεότυπων ως απόλυτων αρχών, είναι γενικά μεγαλύτερος από τον κίνδυνο της κακής χρήσης των πλαστικών εικόνων.
Θα εξετάσουμε μόνο τη χρήση των συμβόλων και την απόρριψή τους όταν αίρεται η χρησιμότητά τους. Είναι απολύτως αναγκαία η πλήρης κατανόηση των επακόλουθων αρχών, για να μην μας φέρνουν σύγχυση οι εικονοκλαστικές διαμάχες, που παίζουν τόσο μεγάλο ρόλο στην ιστορία κάθε τέχνης. Καθόσον «γνωρίζει τα αθάνατα μέσω των θνητών», ο άνθρωπος, ως αληθινό πρόσωπο, διακρίνεται από τον άνθρωπο-ζώο, ο οποίος γνωρίζει τα πράγματα όπως είναι καθαυτά και οδηγείται μόνο από αυτήν την εκτιμητική γνώση. Το ανεκδήλωτο μπορεί να γνωσθεί με την αναλογία· η σιωπή Του μέσω του εκφωνήματός Του. Το γεγονός ότι «τα αόρατα πράγματα Αυτού» μπορούν να ιδωθούν μέσω «των πραγμάτων που είναι φτιαγμένα», ισχύει όχι μόν